Σ΄ απόκρημνη αετοφωλιά με χόρτα καμωμένη,
κουβάλησε τα όνειρα στα λιγοστά φτερά του,
μόνο και αβοήθητο σε άγριους καιρούς δοσμένο,
ξεκίνησε το πέταγμα να φτάσει στα όνειρά του.
Μικρό το αετόπουλο, φτερά αφηνιασμένα,
σε δυσθεώρητα βουνά δοκίμασε τις φτερούγες
και πέρναγε ξυστά κοντά σε κοφτερούς γρανίτες
κι έπειτα έπαιζε σαν παιδί στης γειτονιάς τις ρούγες.
Το βράδυ καθώς γύρναγε στο αετοσπιτάκι
βρωμόχορτο λύγιζε πάνω του τα μάτια του να φράξει,
γιατί το ΄λεγε δίσεκτο και ήθελε να το διώξει
και τις φτερούγες του μάδαγε, να μη ξαναπετάξει.
Κι αυτό το αετόπουλο περήφανο, γενναίο,
για τα χαμένα του όνειρα μονάχο του πενθούσε,
λίγη στοργή, που μόνιμα στερήθηκε στα βράχια,
από άγριο λύκο και θεριά επίμονα ζητούσε.,Β.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου