τάχεις πίσω σφιγμένα
άνθη απαλά ευωδιαστά
κρατάς αντί για μένα;
Γιατί η σιελ ζωνίτσα σου
σφιχτόδετα δεμένη
στέκει εκεί ευλαβικά
στολίσματος κορδέλα;
Γιατί κι όταν σου ζητώ
γλυκά να με φιλήσεις
μένουν τα χέρια σου σφιχτά
στη μέση σου δεμένα;
Γιατί κι όταν σου ζητώ
σφιχτά να μ΄αγκαλιάσεις
μένουν τα χέρια πίσω σου
σαν νάναι πεισμωμένα; >>.
<<Γιατί καλέ μου περήφανη
θέλω να είμαι εμπρός σου
καθώς εσύ με δίδαξες
θάρρος και περηφάνια,
και σαν αντράκι στέκομαι
στου έρωτα το μπαρούτι
σαν τις γυναίκες που έπεσαν
σε τουφεκιών τραγούδι.
Γιατί θέλω το άρωμα
που βγάζει το κορμί μου
νάναι κρυφό νυχτολούλουδο,
που μόνο νύχτα ανθίζει,
αυτά τα πείσμωνα χέρια μου
που τάχα σ΄απαρνιούνται
κλαριά είναι δενδρολίβανου
αγκαλιές, που νανουρίζουν.
Κι όταν θα γίνουν κέρινα
με άνθη στολισμένα
θα πάψουν να είναι πείσμωνα
στο στήθος μου θαρθούνε,
τότε ένα δάκρυ σου βουβό
θα πέσει στο μάγουλό μου
θάναι το μόνο μου φυλαχτό
στο νεκροκρέββατό μου>>...Β.Α.