Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

στην γειτονιά μου


Σπίτια φτωχά μ΄αγράμπελη,
μοσχοβολιά της νύχτας,
που διώχνουν τ΄άγρια στοιχειά
κι η μοίρα τα επαναφέρει,
κυρούλες με πάνες αστραφτερές
κρατούν μωρά στα χέρια
υφαίνουν τη νέα την ζωή
με ρόκα την αγάπη,
δεν έχει εδώ παράπονα,
μήτε βρισιές της μοίρας
μονάχα οι καλόκαρδοι
κατώφλι έχουν σημάδι,
το βράδυ το πεζούλι τους
θρόνος να βασιλέψει
ο έρωτας κυρίαρχος,
την θλίψη να κουρσέψει.
Βασίλης Ανδρονίδης

ο ξένος


Γεννήθηκα σε τρώγλη ταπεινή
γεμάτη σκουπίδια και λάσπες μπρος στην πόρτα
από μια χαραμάδα κοιτούσα τη ζωή,
κι έβλεπα φίδια να έρπουν μεσ΄στα χόρτα.
Τον ήλιο κοιτούσα κάθε πρωινό,
που με αγάπη μου έστελνε το φως του,
σε μια γωνία σε κονοστάσι ταπεινό,
μ΄ευλάβεια στεκόμουνα εμπρός του.
Σε ξένους τόπους μ΄έφερε η μοίρα κάποιο πρωί,
με πείσμα σε ξένα χέρια τις ελπίδες μου ν΄αφήσω
και να γυρίσω κάποια μέρα εκεί όπου άρχισε η ζωή,
να μ΄αγκαλιάσει το άγιο χώμα σαν ξεψυχήσω.
Γύρισα ξένος σε μια πατρίδα μακρινή
με δυο πατρίδες που έζησα κοντά τους
ξένος εδώ, ξένος εκεί για μια ζωή,
με αναμνήσεις που αφήκα μακριά τους.
Τελευταία στροφή και να! το σπιτάκι μου θα δω,
εκεί που όνειρα και πίκρες έχω ζήσει,
ως ξένος σε ξένους δεύτερη φορά θα ξαναζώ
σε μια πατρίδα που θα μ΄ έχει λησμονήσει.
Βασίλης Ανδρονίδης

βρεγμένα φύλλα

 

Πέρασα χτες απ΄το μικρό μας το δρομάκι,
που κάποτε άνθιζαν γεράνια στη σειρά
βρεγμένα φύλλα και κορμοί όλο σαράκι
ηχούσαν πένθιμα σε κάθε συρτή περπατησιά.

Όλα των δέντρων τα φύλλα σαν να κλαίγαν
και ήταν άστατος όλο θλίψη ο καιρός
κυρούλες με τάξη στις σόμπες ξύλα καίγαν
κι ο ουρανός σαν την ψυχή μου σκυθρωπός.

Βρεγμένα φύλλα καταγής που πέσαν μόνα
με κοίταγαν με βλέμμα σκυθρωπό
στη σκέψη μου ήρθε μια κόκκινη ανεμώνα
που είχε ανθίσει κάποτε σε ήρεμο καιρό.

Έτσι και η αγάπη μας θλιμμένη ανεμώνα
μέσα σε φύλλα θάφτηκε που πέσαν καταγή
την σκότωσε άπονα το κρύο του χειμώνα
πριν μάθει το αναίτιο και άδικο γιατί.

Βασίλης Ανδρονίδης