Γεννήθηκα σε τρώγλη ταπεινή
γεμάτη σκουπίδια και λάσπες μπρος στην πόρτα
από μια χαραμάδα κοιτούσα τη ζωή,
κι
έβλεπα φίδια να έρπουν μεσ΄στα χόρτα.
Τον ήλιο κοιτούσα κάθε πρωινό,
που με αγάπη μου έστελνε το φως του,
σε μια γωνία σε κονοστάσι ταπεινό,
μ΄ευλάβεια στεκόμουνα εμπρός του.
Σε ξένους τόπους μ΄έφερε η μοίρα κάποιο πρωί,
με πείσμα σε ξένα χέρια τις ελπίδες μου ν΄αφήσω
και να γυρίσω κάποια μέρα εκεί όπου άρχισε η ζωή,
να μ΄αγκαλιάσει το άγιο χώμα σαν ξεψυχήσω.
Γύρισα ξένος σε μια πατρίδα μακρινή
με δυο πατρίδες που έζησα κοντά τους
ξένος εδώ, ξένος εκεί για μια ζωή,
με αναμνήσεις που αφήκα μακριά τους.
Τελευταία στροφή και να! το σπιτάκι μου θα δω,
εκεί που όνειρα και πίκρες έχω ζήσει,
ως ξένος σε ξένους δεύτερη φορά θα ξαναζώ
σε μια πατρίδα που θα μ΄ έχει λησμονήσει.
Βασίλης Ανδρονίδης