Σάββατο 12 Ιουνίου 2021

βραδινή προβολή


Ένα ζευγάρι απόμερα μια νύχτα εστεκόταν
σε γκρεμισμένη είσοδο παμπάλαιου σινεμά,
μες στο σκοτάδι της νυχτιάς μόλις που εφαινόταν
με τρυφεράδα και στοργή κρατιόταν αγκαλιά.
Περαστικοί παράξενα και πείσμωνα τους κοιτούσαν,
σαν να ΄ταν μια παράσταση γι΄αυτούς θεατρική
κι ύστερα συνεχίζανε πάλι και συζητούσαν
πως η ζωή είναι θέατρο και θέατρο η ζωή.
Μια κωμωδία δίπλα τους «προσεχώς» διαφημιζόταν,
φωτογραφίες, που μπήκανε κάποτε στο γυαλί,
κιτρινισμένοι κι οι κωμικοί όλο και υποσχόταν
πως θα γελούσε με δάκρυα αυτός που θα τους δει.
Και το ζευγάρι αδιάφορο τον έρωτά του ζούσε,
χωρίς ποτέ στα αισθήματα να γράψει «προσεχώς»
και οι δύο και ο καθένας τους για την αγάπη ζούσε
κι ήταν μια ευτυχία ανείπωτη στο λιγοστό το φως.
Τα έδωσαν όλα οι κωμικοί το κρύο εκείνο βράδι,
το έργο τους «προβλήθηκε» σε γκρίζο μουσαμά,
οι μηχανές στροβίλιζαν το φως τους στο σκοτάδι
κι η κωμωδία έβγαλε γέλια αληθινά...Β.Α.

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2021

μια φωλιά

Πουλιά που ξενιτεύτηκαν πίσω ξαναγυρίζουν
με τα μικρά τους αγκαλιά τον ήλιο χαιρετούν
με τα φτερά τους ανοιχτά, πετάνε και ελπίζουν,
πως τη φωλιά τους ανέγγιχτη πάλι θα ξαναβρούν.

Μέσα στην όμορφη φωλιά με πούπουλα και βρύα
που η αγάπη σκάρωσε και η λατρεία θαρρείς,
μακριά του ανέμου η αχλή και του αητού η βία,
τους περιμένει κάμαρη, που θάθελες να ζεις.

Της ξενιτιάς η ανάμνηση χάθηκε μες στο χρόνο
του γυρισμού η ανάσταση γιορτάζεται με μιας
το πέταγμα, που μάτωσε και στέριωσε τον πόνο,
τώρα γλυκειά αντάμωση μιας φίλης γειτονιάς.

Όταν και πάλι ο καιρός τα φύλλα θα τα ρίξει,
και η ανέμη η άπονη θα αλλάξει τους καιρούς,
μπροστά η μανούλα περήφανη το δρόμο θα τα δείξει
να ξαναβρούνε πάλι της ξενιτιάς καημούς..Β.Α.

Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

το φεγγαρένιο παραθυράκι


Μικρό σπιτάκι στην κορφή, γρανίτης στα πλευρά του,
μεγάλα τ΄ακρόλιθα με τέχνη στιβαγμένα,
λάσπη βαλμένη ανάμεσα με λίγα κενά στην άκρη,
να χτίζουν τα χαμόπουλα φωλιά που προστατεύει.

Κι επάνω ένα παράθυρο σάπιο από το χρόνο,
πιο πίσω μια γκαζόλαμπα το βράδυ τόκανε μέρα,
για να φωτίζει, να διαπερνά,
τις ξέπλεκες κοτσίδες.

Κάποιος διαβάτης στέκεται ,το παραθύρι βλέπει,
του λέει ένα «ευχαριστώ, απόκοσμο φεγγάρι,
που με μια λαμπίτσα γυάλινη
το δρόμο μου φωτίζεις».

Όλα τα γύρω της νυχτιάς είναι σκοτεινιασμένα,
μόνο το παραθύρι μας
μυλόπετρα μες τη νύχτα,
τα μαύρα τα κάνει κάτασπρα και τα σκοτάδια μέρα.

Όσες σκιές κι αν το διαβούν αυτό θάναι το ίδιο,
δίπλα θα ανάβει ευλαβικά η κόρη το καντήλι,
θα φέγγει η γκαζόλαμπα το γκάζι κι αν στερέψει,
ακόμα κι αν κάποια μάγισσα της κλέψει το φιτίλι...Β.Α.