Παρασκευή 4 Ιουνίου 2021

η μπαλάντα μου



Και θέλω κάποτε να πούνε
οι μελλούμενοι καιροί για μένα:
<<Ποιος άγνωστος ποιητής τα έγραψε τούτα
τα ποιήματα, που όλοι τραγουδάνε;
μα αυτή η μπαλάντα του είναι θλιβερή!
Χωρίς συναίσθημα, χωρίς ρυθμό και χάρη
με λέξεις ανάκατες ριγμένες δω κι εκεί
τι ανόητη μπαλάντα είναι αυτή!
υποκριτικά γραμμένη και η αγάπη!
και τα λόγια ένα θολό ημίφως; >>.
Σε σκουπιδότοπο τότε ας ρίξουν τα γραφτά μου,
να τα σκεπάσουν με καδρόνια κι αποφάγια
κι όταν εκεί θα ψάξουν πεινασμένοι,
με πείνας τρισάθλιο κι απόγνωσης ένα νεύμα,
να βλαστημήσουνε, που βρήκανε μαζί
τους στίχους μου με το άθλιο τους γεύμα!!....Β.Α.

η εργατιά

Η εργατιά πρωϊ-πρωϊ με κέφι ξεκινάει,
να βγει το μεροκάματο, να βγει ψωμί γλυκό,
στη φάμπρικα, στο εργοστάσιο, τα ντέρτια τραγουδάει
κι ας είναι το μεροδούλι της απ΄όλα πιο πικρό.
Πιο κάτω στο εργοτάξιο ο ήλιος που κατακαίει,
οι εργάτες πάντα ακούραστοι χτυπάνε το σφυρί,
ύπουλη σκόνη γύρω τους κι η βαριοπούλα κλαίει,
που ο ιδρώτας τούς τρυπά την πλάτη σαν γυαλί.
Σε οικοδομή τα σίδερα βαριά ακουμπισμένα,
στα έμπειρα χέρια του μάστορα λυγούν ,παίρνουν μορφή,
κολλάνε, μπαίνουν σε σειρά κορμιά υποταγμένα,
κι η ασετιλίνη τα κερνά μια μυρωδιά στυφή.
Λίγα λεπτά διάλειμμα ο ιδρώτας ν΄αργοσβήσει,
πετσέτα βρώμικη λευκή σκουπίζει σαν φιλί
και η πείνα η παντοδύναμη λίγες ελιές θα στήσει,
μ΄αντρίκια χέρια δυνατά θα κόψει το ψωμί...Β.Α.

ζηλεύω


Ζηλεύω το άδολο φιλί
αθώων περιστεριών,
το γέλιο της αγάπη σου,
τα κρίνα των χεριών.
Την όμορφη τη σκέψη σου
ζηλεύω πάντα εν τέλει
και το μυαλό μου να ασπαστεί
αυτή τη σκέψη θέλει.
Ζηλεύω τ΄αστέρια τ΄ουρανού,
που ψάλλουν τη σιωπή σου,
το στόμα σου είναι το άπειρο
και ο αιών στιγμή σου!!!...Β.Α.